Στην απόφαση του Εφετείου, γίνεται αναφορά στα γεγονότα της υπόθεσης, αλλά και στον τραυματισμό του προσώπου που μπήκε στην περιουσία του παππού με σκοπό να κλέψει. Όπως λέχθηκε, το πρόσωπο το οποίο δέχθηκε τον πυροβολισμό, εντοπίστηκε από συγγενείς του παππού, περίπου 300 μέτρα από το υποστατικό, οι οποίοι κάλεσαν ασθενοφόρο για μεταφορά του στο Νοσοκομείο. Επιπρόσθετα, αναφέρεται πως ο παραπονούμενος έφερε πολλαπλά τραύματα σε διάφορα μέρη του σώματος του.
Η συνήγορος υπεράσπισης του 82χρονου, κα. Μαρία Νεοφύτου, επανέλαβε ότι κατά τη διάπραξη του αδικήματος, ο παππούς βρισκόταν υπό το κράτος κινδύνου και έντονου φόβου, λέγοντας παράλληλα πως «ο Εφεσείων ενήργησε λανθασμένα όχι λόγω μίσους, κακίας ή εκδικητικότητας, αλλά υπό το κράτος φόβου και απειλής, ότι ήταν μια λανθασμένη εκτίμηση γεγονότων και μια λανθασμένη απόφαση της στιγμής, ότι ενήργησε ενστικτωδώς εντός δευτερολέπτων λόγω του ότι θεώρησε τον παραπονούμενο ως απειλή λανθασμένα και ότι είχε πάρει το κυνηγετικό για προστασία αφού είχαν ήδη διαρρήξει την οικία του τέσσερις φορές και δεν ήταν σε θέση να γνωρίζει, λόγω και της υφιστάμενης φόρτισης, τι θα εύρισκε μπροστά του».
Επιπλέον, η πλευρά του παππού, έθεσε ενώπιον του Εφετείο τα θέματα υγείας του ηλικιωμένου και το γεγονός ότι η υγεία του επιδεινώθηκε μετά την επιβολή της ποινής από το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Εξετάζοντας τα δεδομένα, το Εφετείο ανέφερε πως με την παραδοχή του κατηγορουμένου, γινόταν δεκτό πως χρησιμοποιήθηκε βία, λέγοντας πως «η βία δεν ήταν ανάλογη ή σύμμετρη (commensurate) εν σχέσει με τον κίνδυνο τον οποίο ο Εφεσείων πίστευε ότι δημιουργείτο από την επίθεση την οποία θεωρούσε ότι αντιμετώπιζε. Είναι εμφανές ότι η ενοχή του εστιάζεται ακριβώς στο ότι υπερέβη της άμυνας ακόμα και σε αυτό το οποίο ο ίδιος πίστευε ότι συνέβαινε».
Σε ότι αφορά τις ενέργειες του 82χρονου και τον χρόνο που χρειάστηκε για να πάρει το όπλο, να τοποθετήσει το φυσίγγιο και να πυροβολήσει, στην απόφαση του το Εφετείο αναφέρει πως, «η στροφή του παραπονούμενου και η αναφερθείσα κατά κόρον θέση φυγής προέκυψε σε αυτό το ελάχιστο διάστημα το οποίο χρειάστηκε ο Εφεσείων για να οπλίσει και είχε άμεση χρονική, καθώς και αιτιώδη σχέση με την κίνηση του Εφεσείοντος να οπλίσει. Με άλλα λόγια ήταν αυτόν που είδε ο παραπονούμενος και γύρισε να φύγει».
Επιπρόσθετα στην απόφαση του Εφετείου, σημειώνεται πως «από την ως νομολογία προκύπτει ότι τα προβλήματα υγείας του αδικοπραγούντος σε περιπτώσεις σοβαρών ποινικών αδικημάτων δύνανται να οδηγήσουν σε μείωση αλλά όχι σε αναστολή της ποινής φυλάκισης, νοουμένου ότι αυτά είναι τέτοιας μορφής που προκαλούν στον αδικοπραγούντα ασυνήθιστού βαθμού ταλαιπωρία».
Παράλληλα, το Εφετείο ανέφερε πως τα προβλήματα υγείας του 82χρονους «δεν είναι τέτοιας σοβαρότητας που δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν από τη Διεύθυνση των Φυλακών, περιλαμβανομένης της παροχής νοσοκομειακής φροντίδας εκεί όπου κρίνεται αναγκαίο».
Καταληκτικά το Εφετείο ανέφερε, «λαμβάνοντας υπόψη τη σοβαρότητα και συνθήκες διάπραξης του αδικήματος της εκ προθέσεως πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης και δη ότι ο Εφεσείων πυροβόλησε το θύμα με κυνηγετικό όπλο πισώπλατα ενόσω βρισκόταν σε θέση φυγής, καθώς και το σύνολο των ελαφρυντικών και προσωπικών περιστάσεων του Εφεσείοντος, περιλαμβανομένων των προβλημάτων υγείας που προέκυψαν μετά τη φυλάκιση, κρίνουμε ότι δεν δικαιολογείται η επέμβαση μας στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Κακουργιοδικείου βάσει των καθιερωμένων νομολογιακών αρχών. Τυχόν αναστολή των ποινών φυλάκισης θα έδινε το λανθασμένο μήνυμα και θα εξουδετέρωνε την ανάγκη για αποτρεπτική λειτουργία της ποινής».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου